20 χρόνια

ISO9001:2008 - Μύθοι & Πραγματικότητα

1.jpg

της ΙΩΑΝΝΑΣ ΓΑΛΛΟΥ - Γενική Διευθύντρια, ΑΡΙΣΤΗ Συμβουλευτική

 

Είναι σχεδόν βέβαιο ότι όλοι έχουμε γίνει κάποια στιγμή αποδέκτες προϊόντων και υπηρεσιών από πιστοποιημένες Εταιρίες. Σε αρκετές περιπτώσεις όμως η ποιότητα που συναντάμε είναι κακή, κάτι που εύλογα προκαλεί ερωτηματικά του τύπου:

  • «Είναι καλύτερος τελικά όποιος έχει πιστοποιητικό?»
  • «Πόσο δύσκολο είναι τελικά να αποκτήσει κανείς πιστοποιητικό ISO?»
  • «Έχοντας το πιστοποιητικό μπορώ να προσδοκώ εμπορικά οφέλη?»
  • «Αξίζει το κόπο να μπει κανείς στη διαδικασία ή μόνο γραφειοκρατία θα προσθέσει?»
  • «Με ποια κριτήρια να επιλέξω το Σύμβουλο?»

Σε μία εποχή ιδιαίτερα ανταγωνιστική για όλων των ειδών τις επιχειρήσεις, οι επιχειρηματίες αναζητούν να προσδώσουν στην Εταιρία τους πλεονεκτήματα απέναντι στον ανταγωνισμό. Στο σκεπτικό αυτό βασίζεται πολλές φορές και η εγκατάσταση ενός Συστήματος Ποιότητας. Γι' αυτό πρέπει να γίνει σαφές ότι η απόφαση να ξεκινήσει μία εταιρία τη Μελέτη και Εγκατάσταση ενός Συστήματος Ποιότητας σύμφωνα με το πρότυπο ISO9001, είναι πρωτίστως μία απόφαση επενδυτική. Δεν επενδύονται μόνο χρήματα, αλλά και χρόνος.

Το να πιστοποιηθεί κάποιος κατά ISO9001:2008 δεν σημαίνει αυτομάτως ότι έγινε καλύτερος από τον ανταγωνιστή του. Σημαίνει ότι έχει προσπαθήσει να οργανώσει την επιχείρησή του, έτσι ώστε να παρέχει προϊόντα & υπηρεσίες με ποιότητα σταθερή, με σαφείς τάσεις βελτίωσης. Αν συνυπολογίσουμε δε, ότι ένα καλό Σύστημα Ποιότητας οφείλει να είναι ευέλικτο και άμεσα προσαρμόσιμο στις νέες πραγματικότητες που διαμορφώνονται στην αγορά, τότε γίνεται ευκολότερα αντιληπτό πώς μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη της επιχείρησης.

Η απόκτηση ενός πιστοποιητικού δεν είναι μία δύσκολη υπόθεση, είναι όμως μία πολύ σοβαρή υπόθεση. Η ανάπτυξη ενός Συστήματος Ποιότητας, που δεν έχει ανάγκη την «εύνοια» κανενός Φορέα Πιστοποίησης, (πρέπει να) είναι το αποτέλεσμα μιας σοβαρής και συντονισμένης συνεργασίας μεταξύ Συμβούλου και Εταιρίας. Δεν μπορούμε όμως να αρνηθούμε και περιπτώσεις που κάποιες επιχειρήσεις απέκτησαν πιστοποιητικό «εύκολα και οικονομικά», πολλές φορές μέσα σε 1-2 ημέρες. Περιπτώσεις σαν κι αυτές προκαλούν την (μερική έστω) απαξίωση της Πιστοποίησης Ποιότητας στην επιχειρηματική συνείδηση, κάτι που απαξιώνει με τη σειρά του τα όποια εμπορικά οφέλη προσδοκούνται από την επικοινωνία της πιστοποίησης στην αγορά.

Πρέπει όμως να αναγνωρίσουμε ότι η αγορά ωριμάζει και η υιοθέτηση ενός Συστήματος Ποιότητας από μία επιχείρηση -σε οποιοδήποτε τομέα και αν δραστηριοποιείται- γίνεται όλο και πιο αναγκαία. Η ουσία ενός Συστήματος δεν εξαντλείται στην φημολογούμενη «γραφειοκρατία» που αυτό μπορεί να επιφέρει στη λειτουργία της εταιρίας. Η παρακολούθηση οικονομικών και ποιοτικών δεικτών (όπως ο βαθμός επίτευξης του προϋπολογισμού), η συχνότητα και τα ποσοστά ανανέωσης του πελατολογίου της, το «γύρισμα» του αποθέματος (που αντικατοπτρίζει δεσμευμένο κεφάλαιο), το ποσοστό των επιστροφών σε σχέση με το τζίρο, το ποσοστό των συμβάσεων που υλοποιούνται εντός ή εκτός των προβλεπόμενων χρόνων κ.ά. είναι τα κρίσιμα σημεία ενός «ζωντανού» Συστήματος Ποιότητας. Με βάση τα παραπάνω και οι διαδικασίες που θα δημιουργηθούν δεν θα είναι γενικές και αόριστες αλλά θα υπηρετούν τη λογική της παρακολούθησης των αναφερόμενων δεικτών και άρα, τη συνολική πορεία της επιχείρησης.

Όλα τα προαναφερόμενα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η επιλογή του Συμβούλου Πιστοποίησης είναι κρίσιμη παράμετρος για την επιτυχία του εγχειρήματος. Στην αγορά υπάρχει πληθώρα ικανών και έμπειρων εταιριών και φυσικών προσώπων που μπορούν να ολοκληρώσουν με επιτυχία το έργο της εγκατάστασης και της πιστοποίησης ενός Συστήματος Ποιότητας. Μία ουσιαστική προκαταρκτική συζήτηση με τον υποψήφιο Σύμβουλο είναι απαραίτητη, ώστε και οι δύο πλευρές -προκειμένου να διερευνήσουν το πλαίσιο μιας πιθανής συνεργασίας- να θέσουν τις παραμέτρους εκείνες που χρειάζονται, ώστε η συνεργασία αυτή να είναι γόνιμη και αποτελεσματική. Ακόμα όμως και ο καλύτερος δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον επιχειρηματία. Ο Σύμβουλος οφείλει να διαμορφώσει ένα πλαίσιο για τη στοχοθέτηση και τη παρακολούθηση. Ο επιχειρηματίας καλείται να πάρει αποφάσεις και να διορθώσει τις αποκλίσεις. Η παρουσίαση ενός πλαισίου τον βοηθάει ώστε η επιλογή αυτή να έχει σημαντικές πιθανότητες επιτυχίας.

Από τον μύθο του 1996 στη πραγματικότητα του 2011, τα Συστήματα Ποιότητας εξακολουθούν να αποτελούν την πρώτη επιλογή των επιχειρήσεων που αποφασίζουν να οργανωθούν καλύτερα, για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις των καιρών.

Ιωάννα Γάλλου
Γενική Διευθύντρια
ΑΡΙΣΤΗ Συμβουλευτική